I
Η
«Aξία χρήσης» της Mεταμοντέρνας Λογοτεχνίας
Aντίθετα απ' ότι
πιστεύουν κάποιοι Παριζιάνοι, το κείμενο δεν υπάρχει για να προσφέρει απόλαυση
αλλά την ανώτατη μη απόλαυση ή δύσκολη απόλαυση – εκείνη που ένα κατώτερο κείμενο
δεν είναι σε θέση να παραχωρήσει.
[...]
H αισθητική αξία
πηγάζει από τον αγώνα ανάμεσα στα κείμενα: στον αναγνώστη, στη γλώσσα, στην
τάξη, στις συζητήσεις στους κόλπους της κοινωνίας. Eλάχιστοι αναγνώστες από την
εργατική τάξη παίζουν καθοριστικό ρόλο στην επιβίωση των κειμένων και οι
αριστεροί κριτικοί δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την ανάγνωση της εργατικής
τάξης. H αισθητική αξία αναδύεται μέσα από τη μνήμη και, καθώς το διέκρινε ο
Nίτσε, μέσα από τον πόνο, τον πόνο να παραχωρεί κανείς τις ευκολότερες
απολαύσεις για τις δυσκολότερες.
Xάρολντ Mπλουμ, O Δυτικός Kανόνας, 1994.
|
Dorothee Golz: Ψηφιοποιημένη επεξεργασία |
Γι’ αυτό το βάρος στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή της λογοτεχνίας
στρέφεται όλο και λιγότερο στην αυθεντική πολιτισμική της αξία, όλο και
περισσότερο στην κατάκτηση του καταναλωτή αναγνώστη, με τους όρους που αυτό
συμβαίνει στα καταναλωτικά προϊόντα (έρευνα αγοράς, διαφήμιση, δραστικές
επεμβάσεις στη σχέση κόστους / ποιότητας ώστε να προσελκύεται όσο το δυνατόν
ευρύτερο target group κ.λπ.). Κατακλυζόμαστε από «λογοτεχνίες» μιας χρήσης, για
γρήγορη, πρόχειρη, εύκολη τροφή –που είναι ελάχιστα πνευματική, ακριβώς όπως
στα ταχυφαγεία η τροφή είναι ελάχιστα θρεπτική.
Αυτά είναι γνωστά πράγματα, πολυσυζητημένα. Αφορούν τη φυσική
εξέλιξη των πραγμάτων στα χρόνια του ύστερου καπιταλισμού. Δεν θα μπορούσε να
είναι διαφορετικά. Τα τελευταία δεκαπέντε, είκοσι χρόνια άλλαξε όλος ο
πλανήτης: το μοντέλο της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, το οποίο εμπεριέχει,
σαν μοναδική απαίτηση ποιότητας, για το οποιοδήποτε προϊόν, αποκλειστικά το
περισσότερο κέρδος, καθορίζει διεθνώς τις
οικονομικές επιλογές κάθε παραγωγής. Eκ παραλλήλου, η κυριαρχία των ΜΜΕ, τα οποία μετατρέπουν σε ευπώλητο προϊόν της βιομηχανίας του θεάματος την
παραμικρή πολιτισμική αξία, καθορίζει διεθνώς τις
πολιτιστικές επιλογές –θυσιάζοντας κάθε ιδέα ή κίνητρο πολιτισμού που επιμένει
να έχει ως πρωταρχικό κριτήριο τον ανθρωπισμό.
Αυτή η εξέλιξη συνδέθηκε σε όλον τον κόσμο με μια σαφή υποχώρηση των
ανθρωπιστικών αξιών, με μια υποβάθμιση του παιδευτικού και διεκδικητικού ρόλου
των διανοουμένων, καθώς και με μια παθητική αποδοχή των μαζικών στερεοτύπων της
παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας των «Rich and Beautiful». Ζούμε στον μεταμοντέρνο
κόσμο όπου τα πάντα μεταμφιέζονται ταχύτατα σε οικονομικό μέγεθος, σε μετρήσιμο
προϊόν, σε ανταλλακτική αξία. Οι ανθρωπιστικές αξίες, τα ατομικά δικαιώματα, η
ποιότητα ζωής, υποτιμώνται χονδροειδώς ως κριτήρια, ως απαιτήσεις της ζωής·
μόνον τυπικά λαμβάνονται υπ’ όψιν: στις μετρήσεις των εταιρειών μάρκετινγκ που
ερευνούν τις καταναλωτικές προτιμήσεις του κοινού.
Aν ο Mαρξ μίλησε πρώτος για την πραγμοποίηση των ανθρωπίνων σχέσεων, τη μετατροπή δηλαδή των κοινωνικών σχέσεων
σε πράγματα, αυτή η διαδικασία όπως τονίζει ο αμερικανός αναλυτής Φρέντρικ
Tζέιμσον, έχει στη μεταμοντέρνα συνθήκη μετατραπεί σε κάτι σαν δεύτερη Φύση:
Ένας άλλος ορισμός της πραγμοποίησης, που έχει παίξει
σημαντικό ρόλο τα τελευταία χρόνια, είναι το «σβήσιμο του ίχνους της παραγωγής»
από το ίδιο το αντικείμενο ως παραγόμενο εμπόρευμα. Πρόκειται για